G944 βάτραχος

キーワードを入力
Generic selectors
完全一致
タイトルから
記事本文から
Post Type Selectors
カテゴリーで絞込み
Alpha
Beta
ギリシャ語辞典A

G944 βάτραχος バㇳラこㇲ batrachos {bat‘-rakh-os} 蛙

〔品詞〕名詞、男性形
〔語源〕
〔意味〕かえる
〔使用頻度〕1回

≪新約聖書使用聖句索引βάτραχος≫

(1回) 黙示16:13

黙示16:13
καὶ εἶδον ἐκ τοῦ στόματος τοῦ δράκοντος καὶ ἐκ τοῦ στόματος τοῦ θηρίου καὶ ἐκ τοῦ στόματος τοῦ ψευδοπροφήτου πνεύματα τρία ἀκάθαρτα ὡς βάτραχοι·
口語訳聖書
また見ると、龍の口から、獣の口から、にせ預言者の口から、かえる(βάτραχος)のような三つの汚れた霊が出てきた。